Ηταν από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες και του ίδιου αλλά και της περιόδου. Ο γνωστός σκηνοθέτης Δημήτρης Παναγιωτάτος δούλεψε πάνω σε μια ιδέα του Βασίλη Βασιλικού, λίγο καιρό αφ' ότου είχε γυρίσει από σπουδές στο Παρίσι και κατόρθωσε όχι μόνο να κάνει μια εμπορική επιτυχία, αλλά να βάλει τον ερωτικό κινηματογράφο στον χώρο του φανταστικού!
Αυτό είναι «Η νύχτα με τη Σιλένα» (1986): ένα ερωτικό φιλμ νουάρ, με πολλές μεταφορές και συμβολισμούς, που κατοχυρώθηκε στις συνειδήσεις των σινεφίλ και όχι μόνο, ως ένα ιδιαίτερο φιλμ, πρωτοποριακό για τα εγχώρια δεδομένα, ειδικά της δεκαετίας του '80. Πρωταγωνιστούν οι Αντώνης Καφετζόπουλος και Εύα Βλαχάκου και η μουσική είναι του σπουδαίου Κυριάκου Σφέτσα.
• Πώς άρχισαν όλα;
Στα 16 μου έζησα τον πιο παράξενο έρωτα της ζωής μου. Εναν έρωτα από το παράθυρο! Μέρα-νύχτα παρακολουθούσα με τα κιάλια από το σαλόνι του πατρικού μου σπιτιού μια κοπέλα στην απέναντι πολυκατοικία. Την ονειρευόμουν όπως ήθελα εγώ και την είχα στολίσει με όλα τα χαρίσματα του κόσμου. Οταν όμως τα έφτιαξα μαζί της, κατάλαβα ότι όλα ήταν μέσα στο κεφάλι μου. Διαφέραμε σε όλα! Ονειρα και φαντασιώσεις εξανεμίστηκαν. Δεκαπέντε χρόνια μετά, έκανα αυτόν τον έρωτα ταινία!
• Και η συνεργασία με τον Βασιλικό;
Είχα γυρίσει από το Παρίσι με σπουδές κινηματογράφου και ήμουν σύμβουλος προγράμματος του αγαπημένου μου φίλου Βασίλη Βασιλικού στην ΕΡΤ. Αυτός ο ιδιοφυής συγγραφέας -και μέγας ψυχολόγος- για να με δελεάσει να μην ξαναφύγω, μου έδωσε να διαβάσω μια νουβέλα του, τη «Σιλένα». Αυτό ήταν. Η νουβέλα έκανε το βίωμά μου ιστορία. Ο ήρωάς της συναντά τη μυστηριώδη Σιλένα, που μοιάζει καταπληκτικά με την κοπέλα ενός τραυματικού, νεανικού του/μου έρωτα. Αμέσως σκέφτηκα και το «Vertigo» του Χίτσκοκ. Και έτσι, σιγά σιγά, άρχιζα να συνειδητοποιώ το βασικό θέμα της δικής μου Σιλένας.
• Ποιο είναι αυτό;
Στον έρωτα προβάλλουμε στον άλλον τις δικές μας επιθυμίες, φαντασιώσεις, πρότυπα. Δεν τον βλέπουμε όπως είναι, αλλά όπως τον φανταζόμαστε. Αυτή η σύγκρουση ανάμεσα στη δική μας επιθυμία και την πραγματικότητα του άλλου ως θέμα με αγγίζει βαθιά. Θα μπορέσουμε κάποτε να αγαπήσουμε τον άλλον και γι’ αυτό που είναι, να δούμε τον κόσμο και μέσα από τη δική του ματιά; Αυτή την αλήθεια συνειδητοποιεί ο ήρωας της ταινίας μου, ο Χρήστος, τη νύχτα που περνάει με τη Σιλένα.
Καθηλωμένος στο παρελθόν, στην αρχή αντιδρά σπασμωδικά, με οργή και βία. Αλλά μετά, όταν βρίσκει το σκουλαρίκι της Σιλένας, τη δική της «ταυτότητα», την ψάχνει απεγνωσμένα για να της πει ότι τη θέλει έτσι όπως είναι, όποια κι αν είναι. Σ’ αυτή τη σύγκρουση, σ’ αυτό το δίλημμα βρίσκεται όλο το μεγαλείο τού «για πάντα», αλλά και το τραγικά εφήμερο του έρωτα.
• Γιατί το νουάρ, το φανταστικό, κι όχι κάτι πιο ρεαλιστικό;
Οταν έχεις το περιεχόμενο, ψάχνεις να βρεις και την κατάλληλη μορφή για να το υποστηρίξεις. Στο φιλμ νουάρ υπάρχει πάντα ο έρωτας – όχι το ρομάντσο, αλλά το ερωτικό πάθος και η εμμονή, συνδυασμένα με τραύματα από το παρελθόν, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον ήρωά μου. Υπάρχει και η νύχτα, τα φώτα, οι υγροί δρόμοι, τα σκοτεινά μπαρ στη μεγάλη πόλη, φωτογραφημένα εκπληκτικά από τον Τάσο Αλεξάκη. Και μια μυστηριώδης μοιραία γυναίκα, η Σιλένα/Σελήνη, που όλο χάνεται και όλο εμφανίζεται τις πιο απρόβλεπτες στιγμές. Ολα ενορχηστρωμένα στους ρυθμούς μιας μαγευτικής μουσικής τζαζ, γραμμένης από τον Κυριάκο Σφέτσα. Αν προσθέσουμε και το φανταστικό, ένα είδος που ανιχνεύει το ανοίκειο, τις απωθημένες επιθυμίες και τα όνειρα, έχουμε το ιδανικό σκηνικό για την ταινία μου.
• Ποια ήταν η ανταπόκριση και από τους κριτικούς και από το κοινό;
Θα ξεκινήσω από το κοινό: Παρ' όλο που όλη η ταινία υιοθετεί αποκλειστικά τη ματιά του άντρα, συγκίνησε περισσότερο τις γυναίκες – κάτι που ήρθε ως ευχάριστη έκπληξη! Ενιωσαν άραγε πόσο αγάπησα, περισσότερο κι από τον ήρωα, τη γυναίκα Σιλένα; Οτι μέσα απ’ αυτήν ο Χρήστος ξεπερνά το τραύμα του και ανακαλύπτει το νόημα του έρωτα; Ποιος ξέρει... Οσο για την πορεία της ταινίας στα σινεμά, ήταν κάτι σαν τη διαδρομή Κόλαση-Παράδεισος.
Πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης, χωρίς βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με ταινία αταξινόμητη και σοκαριστική για πολλούς, από δεξιά και αριστερά, πού να πήγαινα; Κανένα γραφείο διανομής δεν ήθελε να την προβάλει. Την έβλεπα κι έκλαιγα τις νύχτες, κι όλο έλεγα, δεν μπορεί, κάτι θα γίνει. Κι έγινε. Ηταν ένα τηλεφώνημα από τον Γιώργο Τζιώτζιο, έναν εξαιρετικό κριτικό κινηματογράφου και διανομέα που έφυγε από τη ζωή πολύ νέος. Χάρη σ’ αυτόν και το γραφείο της «Προοπτικής» προβλήθηκε η ταινία.
Εγινε χαμός! Βγήκε και σλόγκαν: «Μετά από καιρό, μια ελληνική ταινία ξαναγεμίζει τις αίθουσες»! Κι ακολούθησαν κι άλλα ωραία: κρατικό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, συμμετοχή στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν… Τι φοβερό μάθημα για μένα όλο αυτό! Σαν εμβόλιο ανοσίας απέναντι στην αποτυχία και την επιτυχία. Από τότε υιοθέτησα σ’ όλη την καριέρα μου το σλόγκαν του Χίτσκοκ για το «Ψυχώ» (It’s only a movie!), δίνοντάς του το δικό μου νόημα: αποτυχία ή επιτυχία, προχώρα στην επόμενη ταινία, με το ίδιο πάθος, την ίδια επιμονή κι υπομονή. Στο τέλος έρχεται ο λογαριασμός, και μπορεί να μην είσαι καν παρών... It’s only a movie!
πηγη : efsyn.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου