Από καλλιτεχνικής πλευράς, η ταινία είναι πολύ καλή. Μπορεί να κάνει κάποιες μικρές κοιλιές (μιλάμε άλλωστε για μια ταινία δίωρη και βάλε) αλλά δεν βαριέσαι. Η υπόθεση είναι τέτοια που σε κρατάει σε εγρήγορση. Συγκίνηση και δράση συνυπάρχουν. Η νοσταλγία (των χαμένων πατρίδων) άφθονη. Οι ερμηνείες σχεδόν όλες είναι καθηλωτικές, η μουσική πιάνει τον παλμό της ταινίας, η φωτογραφία άψογη. Θετικό πρόσημο παίρνει και η σκηνοθεσία του Γρηγόρη Καραντινάκη.

Η Μιμή Ντενίση είναι φυσικά η σταρ της ταινίας και αποδεικνύει ότι είναι καλή ηθοποιός. Το βλέμμα της σε συνεπαίρνει. Εξαιρετικός και ο «Δούκας» των «Άγριων Μελισσών», Λεωνίδας Κακούρης. Άξιο και το υπόλοιπο καστ, υπέροχος ο Γιάννης Βογιατζής αλλά και ο Τούρκος Μπουράκ Χακί.

Κλείνοντας, και μπορεί εδώ να διαφωνήσουν αρκετοί μαζί μας, θα πούμε και τι δεν μας άρεσε. Η παραγωγή της ταινίας, όπως σημειώνει, δεν θέλει να αναμοχλεύσει πάθη του παρελθόντος, αλλά να μιλήσει για ένα τεράστιο διεθνές πρόβλημα, το προσφυγικό. Εξ ου και η πρώτη σκηνή στη Λέσβο. Ναι, αλλά κατά την ταπεινή μας άποψη δεν είναι το ίδιο. Οι Έλληνες της Σμύρνης και γενικότερα της Μικράς Ασίας σφαγιάστηκαν από τον εχθρό, ρίχτηκαν κυριολεκτικά μέσα στη θάλασσα και όσοι ήταν τυχεροί μπόρεσαν να έρθουν στην Ελλάδα. Δεν εγκατέλειψαν από μόνοι τους την πατρίδα, ακόμη κι αν υπήρχε πόλεμος (η μόνη ένσταση που μπορούμε να δεχτούμε ότι άλλες οι συνθήκες ζωής στη Σμύρνη τότε και άλλες στη Συρία και τις γύρω περιοχές τώρα).

ΥΓ. Μακάρι η πανδημία να μην ανακόψει την πορεία της ταινίας στους κινηματογράφους και να μπορέσουν να την δουν όλοι. Αλλιώς από άνοιξη και την πρόκληση να γίνει η πιο εμπορική ταινία των τελευταίων χρόνων. Το αξίζει..

fosonline.gr